Τόμ. 9 Αρ. 51-52 (1976): Τόμος Θ', Τεύχος 51-52, Μάης - Αύγουστος 1976
Το "Θέατρο" βγαίνει μ' ένα παλιό του εξώφυλλο. Δεν είναι ... πρωτοτυπία. Ούτε ιδιορρυθμία. Και, φυσικά, δε γίνεται για ... οικονομία. Είναι σ τ ά σ η του περιοδικού. Στάση και π ρ ά ξ η, με βαθύτατο ηθικό νόημα. Το τεύχος 25, με τη φωτογραφία του Μπρεχτ στο εξώφυλλο, είχε κυκλοφορήσει το Φλεβάρη του 1966, για τα δεκάχρονα απ' το θάνατο του συγγραφέα. Δεν υπήρχε τότε, ακόμα, η σφραγίδα στο κούτελο! Για να την αποφύγει, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ ξόδεψε δέκα χρόνια της ζωής του. Πριν καλά καλά επικρατήσει ο ναζισμός, εκπατρίζεται. Εγκαταλείπει τη Γερμανία. Περνάει στην Αυστρία, στην Τσεχοσλοβακία. Φτάνει στο Παρίσι. Από κοντά ο Χίτλερ. Ανεβαίνει στη Δανία, στη Σουηδία, στη Φινλανδία. Εκεί ψηλά, - γράφει - στη Λαπωνία, απομένει ακόμα μια μικρή πορτούλα! Προλαβαίνει και την περνάει. Φτάνει στη Μόσχα. Διασχίζει τη Σοβιετική Ένωση και, μέσω Ουλάν Μπατόρ της Μογγολίας, καταλήγει στις Ενωμένες Πολιτείες. Εκεί τον βρίσκει η Επιτροπή Μακάρθυ. Γλυτώνει κι απ' αυτή. Πού να το φανταζόταν πως ο φασισμός θα τον περίμενε στην Ελλάδα, για να του βάλει -έντεκα χρόνια μετά θάνατον - τη βούλα κατακούτελα! Το τεύχος με το Μπρεχτ είχε κυκλοφορήσει προχουντικά και, φυσικά, αλογόκριτο. Με τη Δικτατορία του '67, κάθε έντυπο που 'χε κυκλοφορήσει χωρίς λογοκρισία, για να μπορέσει να ταχυδρομηθεί έπρεπε, προηγουμένως, να ελεγχθεί μήπως ήταν "ανατρεπτικού περιεχομένου". Η Υπηρεσία Ελέγχου Τύπου, μ' επικεφαλής κάποιον κύριο Ξιφτίλη, συνειδητά ή ασύνειδα, βρήκε -επιτέλους! - την ευκαιρία να βάλει τη φασιστική της βούλα, κατακούτελα στο Μπρεχτ! Πριν λίγες μέρες, κ' οι τρεις επικεφαλής της Χουντικής Λογοκρισίας -Ξιφτίλης, Βαμβακάς, Μελίστας- "επανήλθον εις το στράτευμα". Ο κ. Αβέρωφ το βρήκε φυσικό. Σα να μην είχε τρέξει τίποτα. Έμενε όμως, εχτός απ' τ' άλλα, η σφραγίδα στο κούτελο του Μπρεχτ. Ανατριχιαστική, άσβηστη, ανεξίτηλη. Για να συμβολίζει το αίσχος της Εφταετίας. Και να επισφραγίζει τις ευθύνες εκείνων που ανάλαβαν να "μας επαναφέρουν" στη ... Δημοκρατία. Για μας ήταν χρέος να την τυπώσουμε. Δε θελήσαμε έτσι να τιμήσουμε, μόνο, τη μνήμη του Μπρεχτ, είκοσι χρόνια από το θάνατό του. Θελήσαμε, περσότερο, ν α ε ν ι σ χ ύ σ ο υ μ ε τ η δ ι κ ή μ α ς μ ν ή μ η. Σαν Λαού και σαν Έθνους.